Χριστουγεννιάτικο καράβι

Χριστούγεννα, λευκή συννεφιά και κρύο. Δεν είχε πέσει χιόνι ακόμα.
Αυτός ανηφόριζε στον παγωμένο δρόμο τυλιγμένος στο παλτό του, χαζεύοντας τις στολισμένες βιτρίνες με τα δώρα και σκεπτόμενος αν είχε διαλέξει τα σωστά. Σταμάτησε όμως μπροστά σε μια βιτρίνα γιατί είδε ένα μπουκάλι με ένα καράβι μέσα, ίδιο με κείνο το παλιό πολεμικό που είχε δει κάποτε στον κόλπο της Τυνησίας, και που του είχε κάνει τόση εντύπωση.
Παροπλισμένο αλλά καλοβαμμένο, τουριστικό πια, ταξίδευε μέσα στον στενό κόλπο με την ξεπεσμένη περηφάνια της μνήμης. Το είχε δει από ψηλά, από τα ερείπια ενός εξίσου παλιού φρουρίου, να χαράζει μικρές ρότες και επαναλαμβανόμενους κύκλους. Δεν του έβρισκε ψεγάδι, ήταν πιο προσεγμένο από τις ένδοξες εποχές του.

Σποραδικά, θύμιζαν πολεμικές αστραπές κάποιοι στην στεριά που το τραβούσαν φωτογραφία, το ίδιο και οι φωτογραφίες των επιβάτων του πλοίου, που τραβούσαν την στεριά. Φαινόταν τότε πως ζωντάνευε το πλοίο, και μια πολεμική ψυχή σειόταν στα αμπάρια του. Και πήγαινε μπρος πίσω, ακολουθώντας την ακτή από κοντά και μετά πάλι πίσω, να το βλέπουν όλοι.
Θλιβερή μοίρα, σκέφτηκε, κι έσφιξε κι άλλο το παλτό του.
Απομακρύνθηκε από την βιτρίνα και τράβηξε προς τα πάνω μελαγχολικός, ανάμεσα από μυρωδιές γλυκών και μελωδίες καλάντων. Οι δρόμοι γυάλιζαν, τα παράθυρα φεγγοβολούσαν και φουσκωτοί Αϊ Βασίληδες σκαρφάλωναν στους τοίχους. Περαστικοί με τα καλά τους σταματούσαν και αντάλλασσαν χειραψία. Δυο καινούργιες ευχές και μια χτεσινή τρύπωσαν σε μια πόρτα που μισάνοιξε.
Προσπέρασε το μεγάλο φωτισμένο δέντρο στην κεντρική πλατεία και συνέχισε, ώσπου έφτασε σε ένα ψηλό πλάτωμα. Στάθηκε λίγο για να δει πανοραμικά την πόλη που έλαμπε, πριν επιστρέψει να μοιράσει τα δώρα του.
Ένας ελαφρύς παγωμένος αέρας έκανε τα φύλλα να τρεμουλιάζουν και υπήρχε τριγύρω μια αόριστη καταχνιά, σαν άχνη. Στο βάθος, ο μακρινός ορίζοντας είχε σβηστεί από τα χαμηλωμένα σύννεφα. Διακρίνονταν μόνο τα πιο κοντινά δέντρα, κάποιες χαμηλές κορυφογραμμές και λίγα απομακρυσμένα σπίτια, στολισμένα κι αυτά.
Κάποιος τότε απέξω κούνησε την γυάλα, και το χιόνι άρχισε να πέφτει.

1 σχόλιο:

Γρηγορης Αντωνοπουλος είπε...

Ποιος ξέρει, ίσως το σύμπαν να αποτελείται από μια τέτοια ατέρμονη διαδοχή από γυάλινους κόσμους μέσα σε άλλους μεγαλύτερους γυάλινους κόσμους.

Καλή επιστροφη!